μάστιγες

μάστιγες
μάστῑγες , μάστιξ
whip
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ήρωας — Mυθικό ον, στο οποίο αποδιδόταν λατρεία στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Ο ή. διακρινόταν από τη θεότητα, γιατί τον θεωρούσαν θνητό και μόνο μετά τον θάνατό του –έναν θάνατο συχνά ασυνήθιστο– αποκτούσε την ικανότητα να βοηθάει στις ανάγκες τους… …   Dictionary of Greek

  • Κεβέντο ι Βιλιέγκας, Φρανθίσκο ντε- — (Francisco de Quevedo y Villegas, Μαδρίτη 1580 – Βιλιανουέβα δε λος Ινφάντες 1645). Ισπανός συγγραφέας. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών. Αρχικά μαθήτευσε σε ένα σχολείο ιησουιτών και ύστερα σπούδασε κλασική φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Αλκαλά… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”